thaler
|
|
« Απάντηση #392 στις: Μάρτιος 16, 2020, 12:28:42 πμ » |
|
Γειά σας φίλοι μου. Σήμερα σας παρουσιάζω ένα πολύ όμορφο τάληρο της συλλογής μου από την επίσης όμορφη Βενετία. Πρόκειται για ένα ασημένιο δουκάτο της Βενετίας του 1688, όταν Δόγης της πόλης ήταν ο Φραγκίσκος Μοροζίνι. Έχω εκφράσει την άποψη, την οποία νομίζω πως συμμερίζονται πολλοί εδώ μέσα, ότι τα νομίσματα δεν είναι ένα απλό κομμάτι μέταλλο αλλά είναι πολύ περισσότερο. Είναι κομμάτι ιστορίας. Γι’ αυτό και προσπαθώ μέσα από κάθε παρουσίασή μου να αναφερθώ στην πολιτική, κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική κατάσταση της εποχής και της περιοχής του κάθε νομίσματος. Το συγκεκριμένο δουκάτο, αν και πολύ όμορφο, φέρνει στη μνήμη μας τραυματικές στιγμές της ιστορίας, και συγκεκριμένα της καταστροφής της Ακρόπολης της Αθήνας που συνέβη από τον Μοροζίνι. Γι’ αυτό και θα επικεντρωθώ στην δράση του μεγάλου -κατά τα άλλα- στρατηγού της Βενετίας στον Ελλαδικό χώρο. Ας δούμε όμως πρώτα την περιγραφή του νομίσματος:
Αξία: 1 ασημένιο δουκάτο (ducato d’ argento) Χρονολογία: 1688 Βάρος: 22,63 gr. Διάμετρος: 39.5 mm Βιβλιογραφία: . P-19-28; Dav. 4280 Ασήμι: 0.8264 Χρονιές κοπής: 1688-1694 Τιράζ: Δεν αναφέρεται Νομισματοκοπείο: Βενετία Αρχηγός νομισματοκοπείου: Alvise Gritti (AG, 1688) Προσανατολισμός: Δεν υπάρχει
Εμπρός: Ο προστάτης της Βενετίας Άγιος Μάρκος, στα αριστερά, καθισμένος με το ένα χέρι ευλογεί και με το άλλο δίνει στον Δούκα το λάβαρο της πόλης, στο οποίο απεικονίζεται ο λέων της Βενετίας. Δεξιά, ο Δούκας, γονατιστός, παραλαμβάνει το λάβαρο. Κάτω από την εικόνα έχουμε τα αρχικά του αρχηγού του νομισματοκοπείου. Στην προκειμένη περίπτωση τα αρχικά είναι ΑG= Alvise Gritti. Επιγραφή: S[ANCTUS].M[ARCUS.V[ENETIAE].FRAN[CESCO].MAVROC[INI].D[OGE]
Πίσω: Το σύμβολο της Βενετίας που είναι ο λέων της Βενετίας με το κεφάλι του να κοιτάζει μπροσ. Με το ένα του πόδι κρατάει την Αγία Γραφή στην οποία υπάρχει η φράση: PAX TIB MA[RCE] EVA[NGE]LIS[TA] ME Μετάφραση: Ειρήνη σε σένα Μάρκο Ευαγγελιστή μου. Πάνω από την Αγία Γραφή υπάρχει ένα κάστρο στην κορυφή ενός λόφου, ενώ γύρω διαβάζουμε την επιγραφή: DVCATVS. VENETVS.
Στα νομίσματα της Βενετίας συναντάμε το παράδοξο για την εποχή τους (τέλη του 17ου αιώνα) που είναι η μη ύπαρξη ημερομηνίας. Κάτι που δεν συναντάμε σχεδόν πουθενά αλλού (με ελάχιστες, σποραδικές, εξαιρέσεις) και φυσικά κάτι το οποίο δεν αρμόζει στα νομίσματα αυτά που ήταν από τα πιο διαδεδομένα της εποχής, λόγω της μεγάλης εμπορικής παρουσίας της Βενετίας. Έτσι μαθαίνουμε τη χρονολογία του νομίσματος, ανάλογα με τα αρχικά του mintmaster. Κατά την περίοδο που Δόγης ήταν ο Μοροζίνι, τα δουκάτα του κόπηκαν από τέσσερις mintmasters, με τις χρονολογίες που αναφέρονται:
1688 AG = Alvise Gritti 1689-90 ZQ = Zuane Querini 1691 GM = Gerolamo Malipiero 1692-94 MB = Mattio Balbi
Ο Φραγκίσκος Μοροζίνι, το όνομα του οποίου σύμφωνα με πολλούς ερευνητές προέρχεται από το ελληνικό Μαυρογένης [1], καταγόταν από πολύ γνωστή οικογένεια της Βενετίας. Πρόγονοί του υπήρξαν δόγηδες, ναύαρχοι, αρχιστράτηγοι, Λατίνοι πατριάρχες της Κωνσταντινουπόλεως. Νεότατος διακρίνεται για την ανδρεία του και τις στρατιωτικές του αρετές στις μάχες κατά των πειρατών του Αιγαίου και κατά των Τούρκων στον Τουρκοβενετικό πόλεμο.
Το 1654, σε ηλικία μόνον τριάντα έξι ετών, μετά τους διαδοχικούς θανάτους των ναυάρχων Μοτσενίγο και Φοσκαρίνι, ορίζεται αρχιστράτηγος και αρχιναύαρχος της Βενετίας, υπερασπιστής της Κρήτης, αρχηγός του πολέμου κατά των Τούρκων.
Από τη θέση αυτή ο Μοροζίνι μη δυνάμενος να αποκόψει τις θαλάσσιες συγκοινωνίες των Τούρκων περιορίστηκε στην άμυνα του Χάνδακα (Ηράκλειο). Μετά από αιματηρούς αγώνες και αφού αντιστάθηκε σκληρά στις Οθωμανικές πιέσεις δύο ακόμη ετών και 9 μηνών αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει (κατά άλλους για να προλάβει νέα έφοδο με πιθανή άλωση και σφαγή της φρουράς και των κατοίκων, κατά άλλους προκειμένου να ματαιώσει Γαλλικές μηχανορραφίες).
Με την ομώνυμη "Συνθήκη της Κανδίας" (27 Σεπτεμβρίου 1669) παρέδωσε την πρωτεύουσα Χάνδακα μαζί με αυτόν ολόκληρη την Κρήτη στις δυνάμεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά την σύναψη της Συνθήκης η φρουρά και οι κάτοικοι της ερειπωμένης πλέον πόλης από τους συνεχείς βομβαρδισμούς βγήκαν ελεύθερα. 4.000 κάτοικοι του Ηρακλείου που παρέμειναν με το μέρος των Βενετών, εγκαταστάθηκαν στη χερσόνησο της Ίστρια στην Αδριατική, ίχνη της γλώσσας και των εθίμων τους λέγεται πως υπάρχουν ακόμη και σήμερα. Τα φρούρια της Σούδας και κάποια άλλα παρέμειναν στα χέρια των Βενετών. Ο πόλεμος της Κρήτης στοίχησε στην Βενετία 126.000.000 δουκάτα. Για την πράξη του αυτή μετά την επιστροφή του στην συνέχεια στη Βενετία κατηγορήθηκε για δειλία και προδοσία. Ωστόσο αθωώθηκε πανηγυρικά μετά από μια σύντομη δίκη, και απογοητευμένος, αποσύρεται οικειοθελώς από τον δημόσιο βίο και ζει σε πλήρη αφάνεια.
Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, το 1684, με απόφαση της Γερουσίας και του Συμβουλίου των Έξι, ο Φραγκίσκος Μοροζίνι, ηλικίας εξήντα έξι ετών, διορίζεται γενικός αρχηγός όλων των κατά ξηρά και θάλασσα δυνάμεων της Δημοκρατίας, αρχιστράτηγος όλων των πολεμικών επιχειρήσεων κατά της Τουρκίας, καθώς με την κήρυξη του Έκτου Βένετο-Τουρκικού Πολέμου ή Πολέμου του Μοριά (1684), όλες οι ένοπλες δυνάμεις της Ενετίας καθώς και πολλοί Έλληνες τάχθηκαν μαζί τους και συγκεντρώθηκαν υπό την αρχηγία του.
Το πρώτο έτος του πολέμου (1684) οι Βενετοί καταλαμβάνουν την Πρέβεζα και τη Λευκάδα. Εν τω μεταξύ, οι Τούρκοι κάνουν μεγάλες πολεμικές προετοιμασίες. Βλέποντας αυτό, οι Βενετοί στέλνουν προκηρύξεις σε όλη την ιταλική χερσόνησο καθώς και στις γερμανικές χώρες για τη συγκέντρωση εθελοντών μισθοφόρων. Οι Βενετοί αναλαμβάνουν την υποχρέωση να τους πληρώνουν, να προμηθεύουν όλο το υλικό πολέμου και να φροντίζουν για την επάρκεια της διατροφής τους. Τα μισθοφορικά στρατεύματα τίθενται υπό τη διοίκηση του κόμητος Όθωνος Γουλιέλμου Φον Καίνιξμαρκ (1639-1688).
Ο κόμης Όθων Γουλιέλμος Φον Καίνιξμαρκ γεννήθηκε το 1639 στο Μίντεν της Βεστφαλίας. Εξαιρετικός μαθητής, παίρνει τη μεγαλύτερη διάκριση του πανεπιστημίου της Ιένας. Διαλέγει τη στρατιωτική καριέρα και κατατάσσεται στον στρατό της Σουηδίας. Το 1686, οι Βενετοί του προτείνουν την αρχηγία των μισθοφορικών στρατευμάτων με μισθό 18.000 δουκάτα, του προσφέρουν δε και τη δυνατότητα να έχει μαζί του τη σύζυγό του Κατερίνα Καρλόττα και τη συνοδεία τους.
Στις αρχές του 1685, η πολύμορφη και πολύγλωσση στρατιά συγκεντρώνεται στη νησίδα Λίντο της Βενετίας και ξεκινάει για την Ελλάδα. Με αιφνιδιαστικές επιθέσεις και μεθοδικές πολιορκίες, το ένα με το άλλο τα λιμάνια και τα φρούρια της Πελοποννήσου –Πύλος, Ναυαρίνο, Μεθώνη, Κορώνη, Άργος, Ναύπλιο, Πάτρα, Ρίο, Μυστράς, Κόρινθος– πέφτουν στα χέρια των Βενετών. Έτσι, οι Βενετοί βρίσκονται κυρίαρχοι όλης της Πελοποννήσου πλην της Μονεμβασίας, μιας χώρας δηλαδή δεκαπλάσιας εκτάσεως της δικής τους, ευφορότατης, με λιμάνια που εξασφαλίζουν την ανά το Αιγαίο κυριαρχία του Βενετικού εμπορίου.
Συνιστάται το Βασίλειο του Μωρέως που υπήρξε μέχρι το 1714. Ο Μοροζίνι παίρνει τον τίτλο του ιππότη του Αγίου Μάρκου και του απονέμεται η τιμητική επωνυμία «Πελοποννησιακός». Η ορειχάλκινη προτομή του στήνεται στη μεγάλη αίθουσα του Λογικού παλατιού. Ο μισθός του Καίνιξμαρκ αυξάνεται σε 24.000 δουκάτα τον χρόνο.
Τον Αύγουστο του 1687, τα στρατεύματα βρίσκονται συγκεντρωμένα στην Κόρινθο. Ο Μοροζίνι συνοδευόμενος από τον Καίνιξμαρκ εξετάζει τη δυνατότητα κοπής του Ισθμού, οι μηχανικοί του μάλιστα εκπονούν σχέδιο, όταν όμως συνειδητοποιούν πόσους εργάτες και πόσο χρόνο απαιτεί το έργο εγκαταλείπουν την ιδέα. Καλείται πολεμικό συμβούλιο για να αποφασίσουν αν τα στρατεύματα, μετά από καλή οχύρωση του Ισθμού, θα διαχειμάσουν στην Πελοπόννησο ή αν το υπόλοιπο του καλοκαιριού θα διεξάγουν νέες πολεμικές επιχειρήσεις και προς ποια κατεύθυνση. Η Κρήτη αποκλείεται επειδή είναι μακριά από την Πελοπόννησο, η Εύβοια θεωρείται επίσης σχετικά μακριά και το φρούριο της Χαλκίδας ως ένα από τα καλύτερα οχυρωμένα, ενώ παράλληλα οι Τούρκοι συγκεντρώνουν δυνάμεις στη Στερεά Ελλάδα. Οι σκέψεις τους στρέφονται προς την Αθήνα.
Τέλη Αυγούστου, φτάνει στο βενετικό στρατόπεδο ένας καπουτσίνος παπάς εξουσιοδοτημένος να διαπραγματευθεί το ποσό που οι Αθηναίοι θα πληρώνουν κάθε χρόνο για να μην γίνει η εκστρατεία. Οι Βενετοί ζητούν 40.000 ρεάλια τον χρόνο. Αρχές Σεπτεμβρίου νέα αντιπροσωπεία των Αθηναίων με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Ιάκωβο έρχεται να διαπραγματευθεί το ποσό. Μετά από πολλές διαπραγματεύσεις συμφωνούν και ο Μοροζίνι τους υπόσχεται ότι δεν θα ενοχληθούν.
Στις 14 Σεπτεμβρίου γίνεται νέο πολεμικό συμβούλιο όπου οι αρχηγοί των στρατευμάτων επιμένουν να γίνει η εκστρατεία στην Αθήνα. Ο Μοροζίνι προβάλλει αντιρρήσεις με επιχειρήματα που αποδεικνύουν τις στρατηγικές του ικανότητες, καθώς όλα όσα είπε επαληθεύθηκαν. Πρώτον, ο χειμώνας πλησιάζει και η κατάληψη του φρουρίου είναι δύσκολη σε μικρό χρονικό διάστημα. Δεύτερον, εφόσον καταληφθεί το φρούριο, τα στρατιωτικά οφέλη της άλωσης είναι αμφίβολα καθώς οι Τούρκοι μπορούν να εισβάλουν στην Πελοπόννησο από τα Μέγαρα και ο επισιτισμός της στρατιάς στην Αθήνα μπορεί να γίνει μόνο από τη θάλασσα που είναι σε απόσταση. Τέλος, εάν αργότερα τουρκικά στρατεύματα επιτεθούν στην Αθήνα, οι Βενετοί θα πρέπει να την εγκαταλείψουν και φυσικά να καταστρέψουν πόλη και φρούριο. Επιπλέον δε, οι Αθηναίοι θα μείνουν στην εκδικητική μανία των Τούρκων, ενώ διαφορετικά θα πλήρωναν τον φόρο. Δυστυχώς όμως, οι υπόλοιποι αρχηγοί δεν πείθονται.
Τότε ακριβώς φθάνει τρίτη αντιπροσωπεία προκρίτων Αθηναίων, η οποία ζητά πλέον την εκστρατεία των Βενετών υποσχόμενη τη συνδρομή τους. Διαβεβαιώνουν τους Βενετούς ότι οι Τούρκοι έχουν τρομοκρατηθεί, ότι το φρούριο της Ακροπόλεως βρίσκεται σε κακή κατάσταση και ότι η άλωση είναι ζήτημα ημερών. Οι σχέσεις μεταξύ Τούρκων και Αθηναίων την εποχή αυτή είναι πολύ κακές και οι φήμες για την εκστρατεία των Βενετών στην Αθήνα έχουν κάνει τους Τούρκους πιο επιθετικούς. Οι Αθηναίοι πίστεψαν ότι βρήκαν την ευκαιρία να αποτινάξουν τον ζυγό. Με τα νέα δεδομένα, το πολεμικό συμβούλιο αποφασίζει την εκστρατεία εναντίον των Αθηνών.
Οι Τούρκοι της Αθήνας, καθώς γνωρίζουν ότι ο οχυρωμένος βράχος της Ακροπόλεως αποτελεί το πρώτο και σημαντικότερο εμπόδιο για την κατάκτηση της Στερεάς Ελλάδας και επειδή βεβαίως οι κινήσεις των Αθηναίων δεν τους έχουν καθόλου διαφύγει, κάνουν τις ανάλογες προετοιμασίες. Προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το φοβερό πυροβολικό των Βενετών, το οποίο ήταν εξαιρετικά ισχυρό και είχε επιφέρει καταστροφές και ερημώσεις στα φρούρια της Πελοποννήσου.
Οι Τούρκοι λοιπόν σπεύδουν να εκτελέσουν νέα οχυρωματικά έργα για να ενισχύσουν τη δυτική πλευρά της Ακροπόλεως, όπου βρίσκεται και η μόνη ευάλωτη είσοδος. Επισκευάζουν τα τείχη, χτίζουν έναν πύργο δυτικά του ναού της Αθηνάς Νίκης και ενισχύουν τον προμαχώνα μεταξύ του ναού και του Μνημείου του Αγρίππα για να τοποθετήσουν μια δεύτερη συστοιχία από κανόνια. Επειδή χρειάζονται πρόχειρο οικοδομικό υλικό, κατεδαφίζουν τον ναό της Αθηνάς Νίκης και χρησιμοποιούν τα αρχιτεκτονικά του μέλη μαζί με πέτρες και χώματα για το χτίσιμο του προμαχώνα. Στις ανασκαφές που έγιναν μετά την Απελευθέρωση αποκαλύφθηκαν στο σύνολό τους τα μέλη του ναού και επέτρεψαν την αναστήλωσή του το 1838. Φυσικά, στα μέλη του δεν υπάρχουν χτυπήματα από βλήματα.
Η εκστρατεία κατά των Αθηνών ξεκινάει στις 19 Σεπτεμβρίου 1687. Ο Μοροζίνι, για να εξαπατήσει τους Τούρκους και να τους καταλάβει απροετοίμαστους, στέλνει τμήμα του βενετικού στόλου υπό τον ναύαρχο Βενιέρ προς την Εύβοια. Οι Τούρκοι πράγματι καθησυχάζουν ότι προς το παρόν ο κίνδυνος αποσοβήθηκε. Την ίδια μέρα ο υπόλοιπος στόλος μεταφέρει ολόκληρο τον βενετικό στρατό –σύμφωνα με τον γραμματέα του Μοροζίνι Λοκατέλλι 9.880 άτομα και 871 άλογα, πυροβόλα, βόμβες, πολεμοφόδια και άφθονο υλικό πολιορκίας– στον Πειραιά.
Το πρωί της 21ης Σεπτεμβρίου 1687, οι Τούρκοι ξυπνώντας βλέπουν αγκυροβολημένο στον Πειραιά ολόκληρο τον βενετικό στόλο. Ακόμη και ο Βενιέρ έχει καταφθάσει από την Εύβοια. Φόβος και τρόμος τους κυριεύει. Προσπαθούν με μεγάλη βιασύνη να μαζέψουν ό,τι πολύτιμο έχουν και να ανέβουν στην Ακρόπολη. Μέχρι το μεσημέρι έχουν όλοι κλεισθεί μέσα στο Κάστρο. Στην Αθήνα υπάρχουν πια μόνον Έλληνες.
Σύμφωνα με τον Λοκατέλλι, επιτροπή από προκρίτους επισκέπτεται τον Μοροζίνι και δίνει υπόσχεση υποταγής, βοήθειας, τοπογραφικές και στρατηγικές πληροφορίες. Οι Αθηναίοι συντάσσονται με τους Βενετούς διότι, αν έμεναν ουδέτεροι, όποιος και να κέρδιζε αυτοί θα υφίσταντο τις συνέπειες και οι βόμβες του Μοροζίνι θα κατέστρεφαν την πόλη. Αποφασίζουν λοιπόν να ταχθούν υπέρ των Βενετών ανοιχτά και να μείνουν στην πόλη, φροντίζουν πάντως παράλληλα να κρύψουν ό,τι πολύτιμο έχουν από φόβο και προς τους Τούρκους και προς τους Βενετούς.
Οι Βενετοί ξεκινούν με σώμα 150 ανδρών υπό τον συνταγματάρχη Ραουγκράφ φον ντερ Πφαλτς και καταλαμβάνουν την Αθήνα για να προστατεύσουν τους Αθηναίους από τους Τούρκους. Στέλνουν μήνυμα στους Τούρκους ζητώντας την παράδοση του Φρουρίου με αντάλλαγμα την ανενόχλητη αναχώρηση των Τούρκων μαζί με όλα τους τα κινητά αγαθά. Ο Αγάς του Κάστρου Αλής αρνείται. Έχει πυρομαχικά και περιμένει τον Σερασκέρη με ενισχύσεις. Η κύρια δύναμη των στρατευμάτων υπό τον Καίνιξμαρκ –με οδηγούς Αθηναίους– καταλαμβάνει τα κυριότερα στρατηγικά σημεία από τα οποία θα μπορούσε να προσβληθεί η Ακρόπολη, κυρίως τους λόφους και τα υψώματα δυτικά του Κάστρου.
Ταυτόχρονα, μηχανικοί της στρατιάς από βόρεια προσπαθούν να ανοίξουν υπόγειες στοές ώστε με εκρηκτικές ύλες να προκαλέσουν την ανατίναξη του Φρουρίου. Οι Τούρκοι τους πυροβολούν συνεχώς και τους αποδεκατίζουν. Οι Βενετοί καταφέρνουν να φτάσουν μέχρι το σπήλαιο της Αγραύλου, όπου η σκληρότητα της πέτρας του βράχου τους αναγκάζει να σταματήσουν.
Το βράδυ 21ης προς 22α Σεπτεμβρίου ο Καίνιξμαρκ, σύμφωνα με περιγραφές, τοποθετεί τα πυροβόλα του· στον λόφο των Μουσών κανονιοστοιχία από δεκαπέντε τηλεβόλα, στην Πνύκα εννέα και στον λόφο του Αρείου Πάγου πέντε τεράστιους όλμους. Οι Τούρκοι πυροβολούν ασταμάτητα κατά των Βενετών προσπαθώντας να τους εμποδίσουν να στήσουν τα πυροβόλα τους. Το πρωί της 23ης Σεπτεμβρίου τα πυροβολεία των Βενετών βρίσκονται στην οριστική τους θέση και αρχίζουν να βάλλουν συστηματικά εναντίον της Ακροπόλεως.
Μην βλέποντας αποτελέσματα, οι Βενετοί στήνουν νέο πυροβολείο στην ανατολική πλευρά του Φρουρίου, Στις 25 Σεπτεμβρίου, σύμφωνα με τον κόμη Λεόν ντε Λαμπόρντ, μια βόμβα πέφτει σε μια μικρή αποθήκη πυρίτιδας στα Προπύλαια, η πυρίτιδα αναφλέγεται και ένα τμήμα τους καταρρέει. Οι Βενετοί συνεχίζουν να πυροβολούν το Κάστρο με αμείωτη ένταση. Οι πληροφορίες της εποχής σχετικά με το «τυχαίο» της ανατίναξης του Παρθενώνα συγκρούονται. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι η βολή ήταν τυχαία, άλλες όμως ότι ήταν κατευθυνόμενη. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Γερμανού αξιωματικού Σομπιεβόλσκυ, στις 22 Σεπτεμβρίου, κάποιος που είχε διαφύγει από το Κάστρο πληροφόρησε τους Βενετούς ότι όλα τα πυρομαχικά είχαν μεταφερθεί μέσα στον ονομαζόμενο «Ναό της Αθηνάς» και ότι εκεί είχαν εγκατασταθεί όλοι οι ανώτεροι Τούρκοι πιστεύοντας ότι οι Χριστιανοί ποτέ δεν θα έβλαπταν τον ναό. Μετά την πληροφορία αυτή, οι περισσότεροι όλμοι κατευθύνουν τα πυρά τους προς τον ναό, χωρίς όμως επιτυχία καθώς ο ναός ήταν από μάρμαρο -δηλαδή το κτήριο ήταν καλά προστατευμένο.
Την μοιραία νύχτα της 26ης προς 27η Σεπτεμβρίου 1687 που ήταν πανσέληνος, μια βόμβα –ορισμένοι υποστηρίζουν ότι την έριξε ένας υπολοχαγός από το Λούνεμπουργκ– κατάφερε να διαπεράσει από κάποιο άνοιγμα τη στέγη και να αναφλέξει τη μεγάλη ποσότητα πυρίτιδας που ήταν αποθηκευμένη στο εσωτερικό του ναού. Η έκρηξη που ακολούθησε άνοιξε τον ναό στα δύο, καταστρέφοντας το τελειότερο κτίσμα της κλασικής τέχνης. Οι Βενετοί, σύμφωνα με τις πηγές, ξέσπασαν σε ζητωκραυγές. Άλλοι φώναζαν «ζήτω η Δημοκρατία», άλλοι «ζήτω ο Καίνιξμαρκ».
|