thaler
|
|
« Απάντηση #410 στις: Μάρτιος 23, 2020, 01:20:49 μμ » |
|
Ξεφεύγουμε λίγο από το θέμα, αλλά δεν μπορώ να μπω στον πειρασμό να αναφερθώ στους Καταλανούς.
Πριν λίγα χρόνια ολοκληρώθηκε στη Μονή Βατοπαιδίου η αναστήλωση ενός μνημείου, που χρηματοδοτήθηκε από την Καταλανική κυβέρνηση ως συμβολική αποζημίωση των καταστροφών που οι Καταλανοί είχαν προκαλέσει στο Αγιον Ορος στις αρχές του14ου αιώνα.
Σήμερα, επτακόσια ολόκληρα χρόνια μετά τα γεγονότα που στοίχειωσαν την αγιορείτικη συλλογική μνήμη, η συμβολική αυτή χειρονομία αποκτά ιδιαίτερη σημασία τόσο για το Άγιον Όρος όσο και, γενικότερα, για την Ελλάδα. Μια σύντομη αναφορά στο, μάλλον άγνωστο για τους Ελληνες, ιστορικό της Καταλανικής παρουσίας στον ελλαδικό χώρο κατά τον μεσαίωνα, είναι απαραίτητη, προκειμένου να γίνει κατανοητή η χειρονομία της σημερινής Καταλωνίας.
Αλλά ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή.
Η τέταρτη σταυροφορία και η πρώτη άλωση της Πόλης που την ακολούθησε το 1204, βυθίσαν στο χάος τον ελλαδικό χώρο και ότι είχε απομείνει από την βυζαντινή αυτοκρατορία. Το 1261 η Κωνσταντινούπολη απελευθερώθηκε αλλά αποδυναμωμένος ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Παλαιολόγος δεν μπορούσε να διεξάγει πολυμέτωπους πολέμους όπως απαιτούσαν οι τότε περιστάσεις. Ταυτόχρονα, η οθωμανική απειλή όλο και μεγάλωνε. Ο Μιχαήλ λοιπόν ζήτησε την προστασία του Πάπα Γρηγορίου 10ου και για να δείξει καλή θέληση υπέγραψε στη Λυών το 1275 συμφωνία για την επιβολή του καθολικισμού στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία. Τα μοναστήρια του Άθω δεν το δέχθηκαν και τότε ο Πάπας έστειλε Καταλανούς μισθοφόρους να “πείσουν” τους καλόγερους να δεχθούν τη συμφωνία. Αφού καταλήστεψαν αρκετά μοναστήρια έφτασαν στη Μονή Ζωγράφου όπου έκαψαν ζωντανούς 26 καλόγερους. Γλύτωσε μόνο ένας, ο Παρθένιος, ο οποίος διηγήθηκε το γεγονός και έτσι έμεινε στην ιστορία. Στη συνέχεια έφτασαν στη Μονή Ιβήρων όπου έπιασαν του μεγαλύτερους στην ηλικία μοναχούς και τους έπνιξαν στη θάλασσα. Τους μικρούς στην ηλικία τους πούλησαν σκλάβους στην Ιταλία. Τέλος έφτασαν στο Βατοπέδι όπου έπιασαν τους μοναχούς και τους κρέμασαν στο κοντινό δάσος το οποίο από τότε αποκαλείται και “το δάσος των κρεμασμένων".
Τριάντα χρόνια μετά, το 1302, ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος ζήτησε τη βοήθεια των Αλμογάβαρων, πολεμιστών της Καταλανικής Εταιρίας. Οι Αλμογάβαροι ήταν κάτι σαν τους δικούς μας τους Ακρίτες και πολεμούσαν τους Άραβες στα όρια μεταξύ μουσουλμανικής και χριστιανικής Ισπανίας αλλά και ως μισθοφόροι σε άλλα μέτωπα. Επιδέξιοι πολεμιστές και με ελαφρύ οπλισμό θεωρούνταν το ισχυρότερο μισθοφορικό σώμα της εποχής. Όταν ο πόλεμος στη Σικελία όπου έδρασαν οι Άλμογάβαροι τελείωσε οι μισθοφόροι Καταλανοί έμειναν...άνεργοι. Τότε μετά από πρόσκληση του Ανδρόνικου και με προτροπή του ηγεμόνα της Σικελίας Φρειδερίκου ξεκίνησαν για την Κωνσταντινούπολη με αποστολή να προστατεύσουν της αυτοκρατορία από τους Οθωμανούς στην περιοχή της Μικράς Ασίας.
Επειτα από μία βαριά ήττα που υπέστη από τους Οθωμανούς το 1302, ο Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος στράφηκε για βοήθεια στους Αλμογάβαρους. Παρά το υπέρογκο ποσό που ζήτησε ο αρχηγός τους, ιππότης Ρογήρος ντε Φλορ, ο βυζαντινός αυτοκράτορας τους προσέλαβε, διαπράττοντας αυτό που ο ιστορικός Donald Nicol αποκαλεί «το ακριβότερο από όλα τα λάθη» του Ανδρόνικου. Έτσι το 1302 οι Καταλανοί του Ντε Φλορ (σύμφωνα με τον Καταλανό χρονογράφο της Κομπανίας, Ραμόν Μουντανέρ, 1.500 ιππότες, 4.000 ελαφρύ πεζικό και άλλοι 1.000 πεζικάριοι) επιβιβάζονται σε 36 πολεμικές γαλέρες και πηγαίνουν στην Κωνσταντινούπολη όπου γίνονται δεκτοί με μεγάλες τιμές από τον Αυτοκράτορα.
O Επικεφαλής των Αλμογαβάρων παρήλασε μπροστά από τον Αυτοκράτορα και λίγο αργότερα επιτέθηκε κατά των Γενοβέζων της πόλης, τους οποίους σχεδόν εκμηδένισε, προς μεγάλη ευχαρίστηση του αυτοκράτορα, που δεν μπορούσε να υποφέρει τις παρεμβάσεις τους. Το 1303 εγκαθίστανται στην Κύζικο της Μ. Ασίας και στα επόμενα δύο χρόνια συντρίβουν σε συνεχείς πολεμικές αναμετρήσεις τους επικίνδυνους Οθωμανούς. Κατέλαβαν την Φιλαδέλφεια, την Μαγνησία και τη Έφεσο, απωθώντας τους Τούρκους μέχρι την Κιλικία και τον Ταύρο (1304), πάντα υστερώντας αριθμητικά στις μάχες. Την άνοιξη του 1304 συγκρούσθηκαν οι Αλμογάβαροι με τους Σκύθες (Αλανούς) που προέρχονταν από τον Εύξεινο Πόντο και τους νίκησαν. Για τις υπηρεσίες του προς την αυτοκρατορία, ο Ανδρόνικος Β΄ τον έχρισε τον Ρογήρο ντε Φλορ Μέγα Δούκα και τον νύμφευσε με την Μαρία Ασέν, ανιψιά του και κόρη του Ιβάν Ασέν Γ΄ της Βουλγαρίας.
Οι μάχες που είχαν διεξαχθεί μέχρι τότε ήσαν μικρής κλίμακας και τα θύματα ήσαν πολλά, από την πλευρά πάντοτε των Τούρκων. Δεν μπορούν όμως να συγκριθούν με αυτό που συνέβη κοντά στην Σιδηρά Πύλη. Ο Ροζέ ντε Φλορ επικεφαλής 8.000 Αλμογάβαρων νίκησε έναν τουρκικό στρατό 30.000, κυρίως γενιτσάρων, σκοτώνοντας 18.000 εχθρούς. Μετά την οδυνηρή αυτή ήττα οι Τούρκοι δεν επιτέθηκαν στην Αυτοκρατορία για πολλά χρόνια. Ο Ρογήρος ονομάστηκε «Καίσαρας» της Αυτοκρατορίας και του παραχωρήθηκε το Βυζαντινό φέουδο της Μικράς Ασίας, με την εξαίρεση των πόλεων. Κατά την μάχη αυτή ξεχώρισε ο Μπερενγκέρ ντε Εντένθα (Berenguer de Entença) που είχε συνεισφέρει με 1.000 Αλμογάβαρους. Ο Pοζέ ζήτησε από τον αυτοκράτορα να του δοθεί ο τίτλος του Μεγαδούκα.
Ωστόσο, από τη μια οι Αλμογάβαροι επέδραμαν στην ύπαιθρο χωρίς να ξεχωρίζουν τους φίλους από τους εχθρούς, από την άλλη οι προσδοκίες του Ρογήρου ήσαν μεγάλες. Οι αυξανόμενη φιλοδοξία του αλλά και οι συνεννοήσεις του με τοπικούς άρχοντες για δημιουργία ανεξάρτητου Καταλανικού κρατιδίου στην Μ. Ασία, δικαίως τους κατέστησε επικίνδυνους στα μάτια του Αυτοκράτορα. Επίσης ο Ανδρόνικος αδυνατούσε να τους πληρώσει, οπότε και οι Καταλανοί επιτέθηκαν στην Καλλίπολη για να τον αναγκάσουν να τους καταβάλει τα οφειλόμενα. Μετά από διαπραγματεύσεις, ο αυτοκράτορας έχρισε τον Ρογήρο ντε Φλορ Μέγα Δούκα και τον νύμφευσε με την Μαρία Ασέν, ανιψιά του και κόρη του Ιβάν Ασέν Γ΄ της Βουλγαρίας.
Η συμπεριφορά όμως των Καταλανών δικαίως τους κατέστησε επικίνδυνους στα μάτια του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Θ΄ Παλαιολόγου, υιού του Ανδρόνικου Β'. Έτσι αφού προσκάλεσε τον Ρογήρο στην Αδριανούπολη, τον δολοφόνησε μετά από ένα γεύμα μαζί με Αλμογάβαρους αξιωματούχους στις 5 Απριλίου του 1305. Αμέσως μετά επιτέθηκε στους ακέφαλους Αλμογάβαρους.
Οι Καταλανοί όχι μόνο δεν διαλύθηκαν, αλλά αφού εξέλεξαν νέο τους αρχηγό τον Μπερεγκάρ ντε Ροκαφόρ, λεηλάτησαν όλη την χερσόνησο της Καλλίπολης, δίνοντας το έναυσμα για την περίφημη «Καταλανική εκδίκηση» (Venganza catalana), σφάζοντας ανηλεώς τους κατοίκους της και προκαλώντας συνεχώς τους Βυζαντινούς για μάχη φτάνοντας ως τα τείχη της πρωτεύουσας. Όταν τα Βυζαντινά στρατεύματα αποφάσισαν να αντιπαρατεθούν, ακολούθησε μια καταστροφική μάχη για αυτούς όπου σκοτώθηκαν σχεδόν 20.000 άνδρες ενώ τραυματίστηκε και ο γιος του Αυτοκράτορα.
Οι Καταλανοί, ανεξέλεγκτοι, καλώντας και τους Τούρκους να περάσουν για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό έδαφος, ξεχύθηκαν στις Θρακικές πεδιάδες, ρημάζοντας επί δύο χρόνια τα πάντα και αφήνοντας πίσω τους αυτό που οι βυζαντινοί χρονογράφοι αποκάλεσαν «σκυθική έρημο». Στη συνέχεια κινήθηκαν δυτικά, λεηλατώντας την ανατολική Μακεδονία, τη Χαλκιδική και το Άγιον Όρος.
Εγκαταστάθηκαν την διετία 1307-1309 στην Ποτίδαια Χαλκιδικής προσπαθώντας χωρίς επιτυχία να καταλάβουν την οχυρή Θεσσαλονίκη. Από την καταστροφική μανία των Καταλανών δεν ξέφυγε ούτε το Άγιο Όρος όπου από 300 Μονές, μόνο 25 έμειναν αλώβητες, ενώ οι υπόλοιπες βεβηλώθηκαν και καταληστεύτηκαν. Για να γίνει αντιληπτή η σκληρότητα των Καταλανών αναφέρουμε πως όταν ο αρχηγός τους ντε Ροκαφόρ τους εγκατέλειψε αιφνιδιαστικά το 1308, έσφαξαν άλλους δεκαπέντε μικρότερους στην ιεραρχία, αρχηγούς τους για να εκτονώσουν την οργή τους.
Αμέσως μετά την καταστροφή των περιοχών της Μακεδονίας και λόγω της πίεσης του Αυτοκρατορικού στρατού υπό τον ικανό αρχιστράτηγο Χανδρηνό, αναχώρησαν κατέλαβαν και λεηλάτησαν την Θεσσαλία με ευκολία, εισερχόμενοι πλέον στις Φράγκικες κτήσεις. Φτάνοντας στην Θήβα το 1310 μ.Χ. ήρθαν σε συνεννόηση με τον ισχυρό Δούκα της Αθήνας Βάλτερ ντε Μπριεν συνεχιστή του οίκου ντε Λα Ρος και πολέμησαν κατακτώντας πολλά κάστρα (Ζητούνι, Φάρσαλα, Αλμυρός, Σιδηρόκαστρο) για λογαριασμό του. Τις τάξεις της "Καταλανικής Εταιρείας" είχαν πυκνώσει νέοι εθελοντές από την Καταλονία αλλά και πολλοί Οθωμανοί Τούρκοι.
Τον Σεπτέμβριο ο Βάλτερ ντε Μπριεν φοβούμενος την αύξηση της ισχύος της "Εταιρείας", ζήτησε από τους Καταλανούς να εγκαταλείψουν τα εδάφη του, παραδίδοντας όλα τα κάστρα που κέρδισαν πολεμώντας για λογαριασμό του. Η Καταλανική Εταιρεία ζήτησε να κρατήσει κάποια από αυτά για να εγκατασταθεί μόνιμα, αλλά ο Δούκας αρνήθηκε με προσβλητικό τρόπο και ετοιμάστηκε να συντρίψει τους Καταλανούς καλώντας όλους τους Φράγκους συμμάχους του για βοήθεια, κατά την συνήθεια της εποχής. Πολύ σύντομα 2000 σιδερόφρακτοι ιππότες και 20.000 πεζοί είχαν μαζευτεί στην Αθήνα, δύναμη τεράστιας ισχύος για τα δεδομένα της εποχής. Οι σιδερόφρακτοι Φράγκοι ιππότες αποτελούσαν την πιο επίλεκτη μονάδα της εποχής καθώς η επίθεση τους ήταν συντριπτικής ισχύος έναντι οποιουδήποτε αντιπάλου και απολάμβανε μεγάλης φήμης τότε.
Οι Καταλανοί ήταν πλέον παγιδευμένοι καθώς στην Θεσσαλία προήλαυνε ο ικανός Βυζαντινός στρατηγός Χανδρηνός με σημαντικές δυνάμεις που τους είχε νικήσει στο παρελθόν, έτσι η μάχη κατά των Φράγκων του Βάλτερ στις 15 Μαρτίου 1311, ήταν μονόδρομος. Οι Καταλανοί διάλεξαν με στρατιωτική σοφία, το πεδίο μάχης να είναι στην πεδιάδα του ποταμού Κηφισσού (της Βοιωτίας) κοντά στην Κωπαΐδα, όπου το έδαφος ήταν ελώδες. Οι δυνάμεις τους (3500 ιππείς, 4000 πεζοί και πολλοί Τούρκοι) παρατάχθηκαν με το έλος μπροστά τους. Ο Βάλτερ ντε Μπριεν έπεσε στην παγίδα διατάσσοντας επέλαση στους ιππότες που τον περιστοίχιζαν. Το βαρύ Φράγκικο ιππικό κόλλησε στην λάσπη και ακολούθησε η μαζική σφαγή του, από τους πεπειραμένους Καταλανούς. Από την Φράγκικη στρατιά πολύ λίγοι επέζησαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν γλίτωσε ούτε ένας στρατιώτης για να μεταφέρει το νέο της καταστροφής στην Αθήνα.
Έτσι οι Καταλανοί κατέλαβαν την Θήβα (την λεηλάτησαν σφάζοντας τους κατοίκους της χωρίς να εξαιρέσουν ούτε τα νήπια) και την Αθήνα το 1311 εγκαθιστώντας μόνιμο δικό τους καθεστώς το οποίο άντεξε ως το 1387, χάρις την αλκή των πολεμιστών του και τις ισχυρές συμμαχίες που σύμπτυξε. Στα χρόνια που ακολούθησαν διεξήγαγαν πολλές επιδρομές και πολέμους στις γύρω περιοχές και στην μέγιστη ακμή τους έλεγχαν όλη την Θεσσαλία και την Στερεά Ελλάδα ως την Κόρινθο. Οι ανώτεροι αξιωματούχοι των Καταλανών έλαβαν για συζύγους τις γαλαζοαίματες γυναίκες των ευγενών που εξολόθρευσαν στην μάχη της Κωπαΐδας. Η καταλανική ορίστηκε ως επίσημη γλώσσα του Αθηναϊκού κρατιδίου, ενώ οι Έλληνες κάτοικοι ζούσαν υπό την συνεχή καταπίεση των Καταλανών χωρίς να έχουν δικαίωμα να εμπορεύονται, να μεταβιβάζουν την περιουσία τους στα παιδιά τους και να ασκούν άλλα επαγγέλματα πλην των αγροτικών. Λίγα χρόνια μετά, εξομάλυναν τις κάκιστες σχέσεις τους με τον Πάπα. Οι δύο επόμενες γενιές που ακολούθησαν όμως, δεν επέδειξαν την στρατιωτική αλκή των προγόνων τους, καθώς μεγάλωσαν στην χλιδή των δεσποτών της μεσαιωνικής φεουδαρχίας. Μετά την φυσιολογική εξέλιξη της πτώσης του καθεστώτος της καταλανικής Εταιρείας στην Αθήνα από τον οίκο Ατζαγιόλι το 1388, πολλά μέλη της επέστρεψαν στην Σικελία και στην Καταλονία....
Όπως διαβάσατε φίλοι μου συλλέκτες, η ιστορία της "Καταλανικής Εταιρείας" μαρτυρεί την μεγάλη αδυναμία τόσο του Βυζαντινού όσο και των Φραγκικών μικρότερων κρατών να προστατέψουν τα εδάφη τους ακόμη και από την απειλή ανοργάνωτων στιφών μισθοφόρων τυχοδιωκτών. Η επίδραση της Καταλανικής εταιρείας στην τύχη της Μεσαιωνικής Ανατολής ήταν πολύ μεγάλης σημασίας, καθώς λεηλάτησε και κατέστρεψε όλη την Βαλκανική Χερσόνησο (πλην Πελοποννήσου), ενώ συνέτριψε σε δύο πολύνεκρες και αποφασιστικές μάχες, το άνθος του Βυζαντινού στρατού και της Φράγκικης ιπποσύνης. Έτσι οι Οθωμανοί λίγα χρόνια μετά εκμεταλλεύθηκαν την καταστροφή και την αποδιοργάνωση των μεσαιωνικών κρατικών οργανισμών των Βαλκανίων, επικρατώντας και επιβάλλοντας την σκοταδιστική και δεσποτική εξουσία τους για τέσσερις αιώνες.
Η πρωτόγονη αγριότητα, η ασχήμια και η παντελής έλλειψη ατομικής καθαριότητας χαρακτήριζαν τα μέλη της "Εταιρείας" ενώ μακρινοί απόηχοι της παρουσίας της εντοπίζονται στην λαϊκή δημοτική μας παράδοση. Ο ιστορικός William Miller θεωρεί ότι η παρουσία της Καταλανικής Εταιρείας στην περιοχή, είχε ίσης σημασίας καταστροφικά αποτελέσματα με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους της δύσης το 1204 μ.Χ.
Αν στη νότια Ελλάδα η ανάμνηση εκείνης της βαρβαρότητας ξεθώριασε και ένα μέρος του καταλανικού ανθρώπινου δυναμικού απορροφήθηκε από τους ντόπιους πληθυσμούς, στο Άγιον Όρος, όπου η διατήρηση των παραδόσεων έχει μια ξεχωριστή βαρύτητα, φαίνεται πως ποτέ δεν συγχώρησαν την καταλανική επιδρομή. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα με κάποιες αγιορειτικές παραδόσεις, υπήρξαν και Καταλανοί που προσηλυτίστηκαν στην Ορθοδοξία και έγιναν μοναχοί (Richard Dawkins).
Αλλωστε, ένας από τους κορυφαίους αγιογράφους του 16ου αιώνα, ο Φράγκος ο Κατελάνος από τη Θήβα (παρεκκλήσι Αγίου Νικολάου Μεγίστης Λαύρας, καθολικό Μονής Βαρλαάμ Μετεώρων), είχε ενδεχομένως, καθώς δηλώνει και το προσωνύμιό του, καταλανική καταγωγή.
Πάντως, ενώ το καταλανικό δουκάτο Αθηνών και Θηβών στην ελληνική ιστορία περνάει ως μία απλή παρένθεση, για τους Καταλανούς αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο της δικής τους ιστορίας και καταγράφεται ως μία περίοδος ώσμωσης των δύο πολιτισμών, ελληνικού και καταλανικού. Στη συνείδηση των Καταλανών η εκλεκτική συγγένεια των δύο λαών αποκτά μια σαφέστερη μορφή μετά την κατάρρευση του φρανκικού καθεστώτος (1975), όταν με το δημοψήφισμα του 1979 η Καταλωνία ανακηρύσσεται αυτόνομη διοικητική περιοχή και αρχίζει να διεκδικεί την εθνική της ταυτότητα. Χαρακτηριστικό της νέας εποχής είναι μία έντονη στροφή προς τη Μεσόγειο και ιδιαίτερα προς την Ελλάδα, ως αναβίωση και συνέχεια μιας σημαντικής πολιτιστικής κίνησης (τέλη 19ου - αρχές 20ου αιώνα) προσανατολισμένης στη μελέτη και τη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού. Αλλωστε, στην Ελλάδα οι σημερινοί Καταλανοί εντοπίζουν τις δικές τους ρίζες, που τους διαφοροποιούν από τις υπόλοιπες ιβηρικές εθνότητες, θεωρώντας ότι η ίδρυση, περί το 600 π.Χ., του Εμπορίου (Empurias), αποικίας των μασσαλιωτών Φωκαέων βορειοανατολικά της Βαρκελώνης, μπόλιασε τον ντόπιο πληθυσμό με ελληνικό πνεύμα και αίμα.
|