thaler
|
|
« Απάντηση #128 στις: Ιούλιος 19, 2017, 11:10:48 πμ » |
|
Μέρος Δεύτερο **Η Αυστριακή Αυτοκρατορία (γερμανικά: Kaiserthum Oesterreich) ήταν μια κρατική οντότητα των νεότερων χρόνων που σχηματίστηκε γύρω από ένα τμήμα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με επίκεντρο αυτό που είναι σήμερα η Αυστρία, και που επισήμως διήρκεσε από το 1804 έως το 1867. Την διαδέχθηκε η Αυτοκρατορία της Αυστροουγγαρίας, η οποία ανακηρύχθηκε μετά την στέψη του αυτοκράτορα της Αυστρίας και ως βασιλιά της Ουγγαρίας, στο πλαίσιο μιας διπλωματικής κίνησης η οποία αναβάθμισε το καθεστώς της Ουγγαρίας εντός της Αυστριακής Αυτοκρατορίας, ως αποτέλεσμα του Αυστρο-ουγγρικού Συμβιβασμού του 1867. Η Αυστρο-Ουγγρική Αυτοκρατορία (1867-1918) διαλύθηκε από τους νικητές με τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και διαμελίστηκε σε ξεχωριστά νέα κράτη. Ο όρος «Αυστριακή Αυτοκρατορία» χρησιμοποιείται επίσης (καταχρηστικά) για τις κτήσεις των Αψβούργων πριν από 1804, οι οποίες δεν είχαν επίσημο συλλογικό όνομα, αν και Αυστρία είναι το πιο συχνό. Η Αυστριακή Αυτοκρατορία ιδρύθηκε από τον Αψβούργο μονάρχη Φραγκίσκο Β΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (ο οποίος έγινε ο αυτοκράτορας Φραγκίσκος Α΄ της Αυστρίας), ως ένα κράτος που περιελάμβανε τις κτήσεις των Αψβούργων εντός και εκτός της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αυτή ήταν μια αντίδραση στην ίδρυση από τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη της Πρώτης Γαλλικής Αυτοκρατορίας το 1804. Η Αυστρία και μερικές ηγεμονίες της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έλαβαν μέρος εναντίον του Ναπολέοντα και των Γερμανών συμμάχων του κατά τον Τρίτο Συνασπισμό που οδήγησε στην αποφασιστική της ήττα του Αούστερλιτς στις 2 Δεκεμβρίου του 1805. Στις 4 του ίδιου μήνα, έγινε κατάπαυση πυρός και διεξήχθησαν ειρηνευτικές συνομιλίες. Ο Φραγκίσκος Β΄ συμφώνησε στην ταπεινωτική Συνθήκη του Πρεσβούργου (Δεκέμβριος 1805), πράγμα το οποίο πρακτικά σήμαινε την διάλυση της μακρόβιας Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με αναγνώριση της γαλλικής επιρροής στα απωλεσθέντα γερμανικά εδάφη, σε ένα πρόδρομο κράτος αυτού που έγινε η σύγχρονη Γερμανία, καθώς και άλλα μέτρα που εξασθένιζαν την Αυστρία και τους Αψβούργους με άλλους τρόπους. Οι κτήσεις των Αψβούργων στα εκτός Αυστρίας εδάφη της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πέρασαν σε Γερμανούς συμμάχους του Ναπολέοντα, στον βασιλιάς της Βαυαρίας, στον βασιλιά της Βυρττεμβέργης και στον εκλέκτορα της Βάδης. Οι Αυστριακές διεκδικήσεις σε αυτά τα Γερμανικά κράτη εγκαταλείφθηκαν χωρίς εξαίρεση. Μια συνέπεια αυτού ήταν ότι οκτώ μήνες μετά, στις 6 Αυγούστου 1806, ο Φραγκίσκος Β΄ διέλυσε την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, εξαιτίας της δημιουργίας της Συνομοσπονδίας του Ρήνου από τη Γαλλία, καθώς φοβόταν το ενδεχόμενο να τον διαδεχθεί ο Ναπολέων. Αυτή η πράξη δεν αναγνωρίσθηκε από τον Γεώργιο Γ' του Ηνωμένου Βασιλείου ο οποίος ήταν συγχρόνως εκλέκτορας του Ανόβερου και είχε ήδη χάσει τα Γερμανικά εδάφη του γύρω από το Ανόβερο προς όφελος του Ναπολέοντα. Οι αγγλικές διεκδικήσεις διευθετήθηκαν με την δημιουργία του Βασιλείου του Ανόβερου, ο θρόνος του οποίου κατείχετο από τους Βρετανούς διαδόχους του Γεωργίου έως την άνοδο της βασίλισσας Βικτωρίας, οπότε, λόγω της ισχύος στο Ανόβερο του Σαλικού Νόμου*****, πέρασε στον πέμπτο γιο του Γεωργίου Γ΄ της Αγγλίας. Αφότου η Αυστρία ηττήθηκε στον Αυστροπρωσσικό Πόλεμο του 1866, και άφησε την Γερμανική Συνομοσπονδία, η Αυστριακή Αυτοκρατορία μεταβλήθηκε στην Αυστρουγγρική Αυτοκρατορία με τον Αυστροουγγρικό Συμβιβασμό του 1867, που έδινε στην Ουγγαρία ισότιμη θέση στη νέα κρατική οντότητα.
Δημιουργία της Αυστριακής Αυτοκρατορίας Οι αλλαγές που διαμόρφωσαν την φύση της Αυστριακής Αυτοκρατορίας έλαβαν χώρα κατά την διάρκεια διασκέψεων στο Ράσταττ (1797–1799) και στο Ρέγκενσμπουργκ (1801–1803). Στις 24 Μαρτίου 1803, διακηρύχθηκε η Reichsdeputationshauptschluss (Διακανονισμός), η οποία μείωσε δραματικά τον αριθμό των εκκλησιαστικών κρατών της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από 81 σε μόνο 3 και των αυτοκρατορικών πόλεων από 51 σε 6. Αυτό το μέτρο απέβλεπε στην αντικατάσταση του παλιού συντάγματος της Αυτοκρατορίας, αλλά η ουσιαστική συνέπεια της Reichsdeputationshauptschluss ήταν το τέλος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Μελετώντας αυτήν την σημαντική αλλαγή, ο Φραγκίσκος Β΄ δημιούργησε τον τίτλο του Αυτοκράτορα της Αυστρίας, για τον ίδιο και τους διαδόχους του, εγκαταλείποντας τίτλο του Άγιου Ρωμαίου Αυτοκράτορα το 1806. Η πτώση και διάλυση της Αυτοκρατορίας επιταχύνθηκε από την Γαλλική παρέμβαση στην Αυτοκρατορία τον Σεπτέμβριο του 1805. Στις 20 Οκτωβρίου 1805, ένας Αυστριακός στρατός υπό τον στρατηγό Καρλ Μακ φον Λάιμπεριχ ηττήθκε από Γαλλικούς στρατούς κοντά στην πόλη της Ουλμ. Η Γαλλική νίκη κατέληξε στην αιχμαλωσία 20.000 Αυστριακών στρατιωτών και πολλών κανονιών. Ο στρατός του Ναπολέοντα είχε άλλη μία νίκη στην Μάχη του Άουστερλιτς στις 2 Δεκεμβρίου 1805. Υπό το φως αυτών των γεγονότων, ο Φραγκίσκος αναγκάσθηκε να διαπραγματευθεί με τους Γάλλους από τις 4 έως τις 6 Δεκεμβρίου 1805. Αυτές οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν με ανακωχή στις 6 Δεκεμβρίου 1805. Οι Γαλλικές νίκες ενθάρρυναν τους ηγεμόνες συγκεκριμένων αυτοκρατορικών εδαφών να διεκδικήσουν και την τυπική ανεξαρτησία τους από την Αυτοκρατορία. Στις 10 Δεκεμβρίου 1805, ο πρίγκιπας-εκλέκτορας δούκας της Βαυαρίας ανακήρυξε τον εαυτό του βασιλιά, και τον μιμήθηκε ο δούκας της Βυρττεμβέργης (Württemberg) στις 11 Δεκεμβρίου. Στις 12 Δεκεμβρίου, ο Μαργράβος της Βάδης πήρε τον τίτλο του μεγάλου δούκα. Επιπλέον, κάθε μία από αυτές τις χώρες υπέγραψαν ένα σύμφωνο με την Γαλλία και έγιναν σύμμαχοι της Γαλλίας. Η Συνθήκη του Πρεσβούργου (σήμερα Μπρατισλάβα) μεταξύ Γαλλίας και Αυστρίας, στις 26 Δεκεμβρίου, διεύρυνε το έδαφος των Γερμανών συμμάχων του Ναπολέοντα με έξοδα της ηττημένης Αυστρίας. Στις 12 Ιουλίου 1806, ιδρύθηκε η Συνομοσπονδία του Ρήνου περιλαμβάνοντας 16 ηγεμόνες και χώρες. Αυτή η συνομοσπονδία, υπό Γαλλική επιρροή, έθεσε τέλος στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Στις 6 Αυγούστου 1806, ακόμη και ο Φραγκίσκος αναγνώρισε την νέα τάξη πραγμάτων και διακήρυξε την διάλυση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Όταν, στις 11 Αυγούστου 1804, ο Φραγκίσκος Β΄ απέκτησε τον τίτλο του πρώτου Αυτοκράτορα της Αυστρίας, η αυτοκρατορία του εκτεινόταν από την σημερινή Ιταλία έως την σημερινή Πολωνία και τα Βαλκάνια. Η πολυεθνική σύνθεση της αυτοκρατορίας σκιαγραφείται από τον πληθυσμό της συμπεριλαμβανομένων των Γερμανών, των Τσέχων, των Πολωνών, των Ρουμάνων, των Ούγγρων, Ιταλών, Ουκρανών, Κροατών, Σλοβάκων, Σέρβων, Σλοβένων και πολλών μικρότερων εθνοτήτων. Ο αρχηγός του κράτους ήταν αυτοκράτορας της Αυστρίας και Βασιλιάς της Ουγγαρίας καθώς και της Βοημίας, της Κροατίας, της Σλαβονίας, Δαλματίας, έχοντας υπό τις διαταγές του έναν πολυεθνικό στρατό με την ονομασία Kaiserlich-Königliche Armee (Αυτοκρατορικός-Βασιλικός Στρατός). Η αυτοκρατορία είχε συγκεντρωτική δομή, αν και παραχωρήθηκε ως ένα βαθμό αυτονομία στην Ουγγαρία, η οποία είχε τη δική της Δίαιτα.
***Με τη δημιουργία της Γερμανικής Ομοσπονδίας, η οποία αποτελούνταν από 38 Γερμανικά Κράτη, έχουμε την απαρχή δύο σπουδαίων διαδικασιών: 1)αρχίζει ουσιαστικά η πορεία που θα οδηγήσει το 1871 στην ενοποίηση των Γερμανικών Κρατών σε ένα κράτος υπό την κυριαρχία, ουσιαστικά, της Πρωσσίας και 2)Σφραγίζεται ο διαχωρισμός της Αυστρίας από τα υπόλοιπα Γερμανικά κράτη και στη συνέχεια από τον κυρίως Γερμανικό εθνικό κορμό, καθώς στις συγκρούσεις των δύο πιο δυνατών κρατών (Αυστρίας και Πρωσσίας) θα νικήσει η δεύτερη και θα εξαναγκάσει όλα τα υπόλοιπα Γερμανικά κράτη σε ένωση, ενώ η ηττημένη Αυστρία θα παραμείνει, μέχρι και σήμερα, ξεχωριστό κράτος.
****Ο Κλέμενς Βέντσελ Λόταρ φον Μέττερνιχ, (γερμ Klemens Wenzel Lothar von Metternich, 1773-1859), ήταν πρίγκιπας (επί τιμή) και ένας από τους διασημότερους διπλωμάτες και πολιτικούς της Αυστριακής Αυτοκρατορίας και της Ευρώπης γενικότερα. Γεννήθηκε στο Κόμπλεντς στις 15 Μαΐου του 1773 και πέθανε στη Βιέννη στις 11 Ιουνίου του 1859. Υπήρξε υπουργός εξωτερικών της Αυστρίας από το 1809 έως το 1848 και ένας από τους πιο συντηρητικούς και αυταρχικούς πολιτικούς της Ευρώπης. Σφοδρός πολέμιος της Ελληνικής Επανάστασης αλλά και κάθε κινήματος αυτοδιάθεσης των λαών. Ο Μέττερνιχ και ο Καποδίστριας υπήρξαν οι δύο πιο αξιόλογοι διπλωμάτες της Ευρώπης. Είχαν διαφορετικές αντιλήψεις και ιδέες, όμως ο ένας αναγνώριζε τις ικανότητες του άλλου. Μάλιστα, σε ένα γράμμα του πριν από κάποιο συνέδριο, ο Μέττερνιχ λέει πως τρέμει στην ιδέα πως θα αντιμετωπίσει ξανά τον Καποδίστρια.
*****Ο Σαλικός Νόμος (λατ. Lex Salica) είναι νομικός κώδικας που συντάχθηκε κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα για τους Σάλιους Φράγκους στη λαϊκή Λατινική γλώσσα. Αποτελεί δείγμα του Φραγκικού Δικαίου, μαζί με τον Ριπουάριο Νόμο, που συντάχθηκε γύρω στο 540 μ.Χ. Περιέχει κυρίως κανόνες ποινικής δικονομίας και προπαντός τα περιβόητα "βέργκελτ", τις προβλεπόμενες από το νόμο αποζημιώσεις σε είδος ή σε χρηματικά ποσά, που όφειλε να καταβάλει ο θύτης στην οικογένεια του θύματός του, ώστε να περιορίζονται οι πράξεις αντεκδίκησης. Ο Σαλικός Νόμος ορισμένες φορές θεωρείται συνώνυμος με τη διαδοχή κατ' αρρενογονία, που όντως υπαγορεύεται σε μια από τις διατάξεις του.
Ο Φραγκίσκος και οι γυναίκες του Μια νύφη επιλέχθηκε για τον Φραγκίσκο από τον αυτοκράτορα. Η Ελισάβετ Βούρτεμπεργκ, κόρη του Φρίντριχτ Β΄ Ευγενίου, του Δούκα της Βυρτεμβέργης και της Friederike του Βρανδεμβούργου-Schwedt, επελέγη για πολιτικούς λόγους και απεστάλη στη Βιέννη το 1762, όταν ήταν 15 ετών. Η Ελισάβετ ανατράφηκε ως Λουθηρανή, μορφώθηκε στη Μονή των Σιλεσιανών Αδελφών στη Βιέννη, όπου ασπάσθηκε το Ρωμαιοκαθολικισμό. Παντρεύτηκαν στις 6 Ιανουαρίου 1788. Στις 18 Φεβρουαρίου 1790 η Ελισάβετ γέννησε πρόωρα Αρχιδούκισσα Ludovika Elisabeth της Αυστρίας. Η μητέρα πέθανε νωρίς το πρωί της 19ης Φεβρουαρίου 1790 στην ηλικία των 22 ετών. Την επόμενη μέρα, στις 20 Φεβρουαρίου του 1790, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Ιωσήφ Β ' πέθανε στην ηλικία των 49 ετών. Η πρόωρα γεννημένη Αρχιδούκισσα δεν επιβίωσε πολύ και πέθαινε στις 24 Ιουνίου 1791. Μέσα σε μια εβδομάδα από τα 22 του γενέθλια, ο Φραγκίσκος έγινε χήρος και Κληρονόμος του θρόνου, ο οποίος τώρα πέρασε στον πατέρα του. Ο Φραγκίσκος παντρεύτηκε ξανά, λίγο περισσότερο από έξι μήνες μετά τον θάνατο της πρώτης συζύγου του. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1790, παντρεύτηκε τη Μαρία Τερέζα από τη Νάπολη και τη Σικελία, την μεγαλύτερη κόρη του βασιλιά Φερδινάνδου IV και III της Νάπολης και της Σικελίας (αργότερα βασιλιάς Φερδινάνδος Α΄ των Δύο Σικελών) και την Αρχιδούκισσα Μαρία Καρολίνα της Αυστρίας. Ο Φραγκίσκος και η Μαρία Τερέζα ήταν διπλοί πρώτοι ξάδελφοι, πράγμα που σήμαινε ότι μοιράζονταν όλους τους άλλους παππούδες τους. Το ζευγάρι είχε 12 παιδιά από τα οποία 7 επέζησαν. Ενώ ήταν έγκυος στο δωδέκατο παιδί της, η Μαρία Τερέζα αρρώστησε (λοίμωξη των πνευμόνων). Γέννησε το 12ο της παιδί, το οποίο έζησε μόνο μια μέρα, ενώ η ίδια πέθανε στις 13 Απριλίου 1807 σε ηλικία 34 ετών. Ο Φραγκίσκος ήταν απαρηγόρητος και έπρεπε να απομακρυνθεί βίαια από το σώμα της νεκρής συζύγου του. Παντρεύτηκε ακόμα δύο φορές. Στις 6 Ιανουαρίου 1808 παντρεύτηκε μια άλλη πρώτη εξαδέλφη του, τη Μαρία Λούντοβιτσα της Αυστρίας-Este, κόρη του Αρχιδούκα Φερδινάνδου της Αυστρίας-Este και της Μαρίας Μπεατρίτσα Ρικιαάρντα ντε Έστε. Η τρίτη γυναίκα του ήταν ένας μεγάλος εχθρός του Ναπολέοντα και διαμαρτυρήθηκε για το γάμο της κόρης του Φραγκίσκου με τον Ναπολέοντα. Το ζευγάρι δεν απέκτησε παιδιά και η Μαρία Λούντοβιτσα πέθανε στις 7 Απριλίου 1816 από φυματίωση σε ηλικία 28 ετών. Η τέταρτη και τελευταία σύζυγος του Φραγκίσκου ήταν η πριγκίπισσα Καρολίνα Αουγκούστα της Βαυαρίας, κόρη του Μαξιμιλιανού Α΄ Ιωσήφ, βασιλιά της Βαυαρίας και Αυγούστας Βιλχενίνας της Έσσης-Ντάρμσταντ. Το ζευγάρι παντρεύτηκε στις 29 Οκτωβρίου 1816, αλλά επίσης δεν απέκτησε παιδιά.
|