Αγαπητε Κωστα, πολυ ωραια η υποθεση σου, αλλα γιατι η απομονωμενη Τουρκικη φρουρα η χωριο να μην χρησιμοποιησει κανονικα νομισματα Ελληνικα η εστω Τουρκικα η αλλα νομισματα που περνουσαν τοτε?
(Γιατι για να τους εστειλε η Πυλη για πληρωμη τετοια νομισματα δυσκολο το βλεπω)
Για ποιον λογο ο Ελληνας συναλλασομενος μαζι τους που θα επαιρνε το νομισμα να δεχτει αλλιωμενο νομισμα του κρατους του και μαλιστα με το συμβολο του εχθρου πανω ?
Για το γεγονος οτι στην Αθηνα υπηρχε ενας αυτονομος θυλακας με μονο στρατο τουρκικο...
Απο το αποσπασμα του Κ.Παπαρρηγοπουλου που ανεβασα ειναι ξεκαθαρο οτι η κυριως πολη της Αθηνας απο το
1827 εως τις αρχες του 1833 ειχε μονο τουρκικο στρατο.Οι τουρκοι κατοικοι και ο κυριος ογκος του τουρκικου στρατου ,εφυγε λιγες μερες πριν την παραδοση της Αθηνας στους Βαυαρους.Στην Αθηνα παρεμεινε μονο η φρουρα της Ακροπολεως.Η τουρκικη φρουρα περιπου
300 τουρκων εφυγε με την ελευση των Βαυαρων στρατιωτων με επισημη τελετη παραδοσης.
Παραθετω ενα αποσπασμα του Χρ. Νεζερ πρωτου φρουραρχου των Αθηνων-(Περιμενα να το ανεβασει ο Σολφερινο γιατι αυτος το βρηκε αρχικα και μου το εστειλε-αλλα αφου καθυστερουσε το ανεβασα εγω) .
Ο πρώτος φρούραρχος των Αθηνών, ο Βαυαρός αξιωματικός Χριστόφορος Νέζερ, πρόγονος όλων των Νέζερ της χώρας μας, περιέγραψε στα απομνημονεύματα του:
"Κατά το μεσημέρι, φθάσαμε στο μέσο του Αττικού πεδίου. Σε μικρή απόσταση από τον ελαιώνα, υψωνόταν η Ακρόπολη και ολόγυρα της ήταν η πόλη. Όλα τα λίγα σπίτια ήταν χαμηλά και πολλά από αυτά δεν ήταν παρά καλύβες, φτιαγμένες κι αυτές από τα ερείπια. Ο Ευρωπαίος δεν θα μπορούσε να ονομάσει την τότε Αθήνα, που κυκλωνόταν από μικρό τείχος, πόλη. Στην είσοδο των Αθηνών, έξω από το τείχος και πάνω σε δυο λόφους από τη μια και την άλλη μεριά του δρόμου, ήταν πλήθος Αθηναίων και μάλιστα γυναίκες.
Τα κόκκινα φέσια και οι μακριές και γαλάζιες φούντες, τα πλούσια και λαμπρά ενδύματα, προ παντός δε οι ζωηρές κινήσεις εκείνων που είχαν σκαρφαλώσει στο λόφο, κοσμούσαν την εικόνα που αντικρίζαμε. Όλοι κρατούσαν κλωνάρια ελιάς και κάθε είδους λουλούδια, τα κουνούσαν και φώναζαν:
- Ζήτω ο βασιλεύς! Ζήτω οι Βαυαροί!
Τη στιγμή δε που πλησιάσαμε τους λόφους, μας έριξαν τα λουλούδια και τα κλωνάρια, τόσο που αναγκαζόμασταν να κλείσουμε τα μάτια, μη μας χτυπήσουν. Εκεί περάσαμε την πόρτα του κάστρου, ακολουθούμενοι από τους Αθηναίους που ζητωκραύγαζαν και αφού πήραμε κατεύθυνση προς τα δεξιά, φθάσαμε στο Θησείο. Εκεί ήταν ο αρχιερέας (δηλ. ο Επίσκοπος Ταλαντίου) και οι ιερείς. Ο πρώτος μας ευλόγησε και εκφώνησε σύντομο λόγο. Όλα αυτά ήταν νέα και περίεργα για μας. Τα ερείπια των ναών, οι κάτοικοι που μας ζητωκραύγαζαν με χαρά, τα ρομαντικά και ποικιλόχρωμα εθνικά ενδύματα.
Το πιο περίεργο όμως όλων δεν το είχαμε δει. Αυτό ήταν οι Τούρκοι. Η αποστολή μας αποσκοπούσε στην παραλαβή από αυτούς των Αθηνών και της Ακροπόλεως και γι' αυτό είχαμε όλοι τη μεγαλύτερη περιέργεια να δούμε τους άλλοτε μόνο εξ ακοής γνωστούς σε μας Τούρκους, που ερέθιζαν τη φαντασία μας. Αλλά η περιέργεια μας δεν είχε ακόμη ικανοποιηθεί, διότι ο Οσμάν Εφέντης, ο τελευταίος Τούρκος φρούραρχος των Αθηνών, είχε ήδη διατάξει την αναχώρηση των Τούρκων των Αθηνών και των άλλων ενόπλων και έμεινε αυτό μόνο στην Ακρόπολη με τους στρατιώτες του, για να την παραδώσει στον εκπρόσωπο της ελληνικής κυβέρνησης. Γι' αυτό και μόνο κατ' αραιά διαστήματα, βλέπαμε κανένα σαρίκι ή κάποιον γενειοφόρο πάνω από τα τείχη της Ακροπόλεως, πράγμα το οποίο ακόμη περισσότερο ερέθιζε την φαντασία και την περιέργεια μας".
Ωστόσο, μέχρι να δοθεί η διαταγή κατάληψης της Ακρόπολης, πέρασαν αρκετές ημέρες, με τους Βαυαρούς να έχουν στρατοπεδεύσει στους πρόποδες του βράχου μέχρι το πρωί της 31ης Μαρτίου, Μεγάλη Παρασκευή, στις 9 η ώρα, όταν το βαυαρικό τάγμα υπό τον αντισυνταγματάρχη Χερμπστ σκαρφάλωσε στο μονοπάτι που οδηγούσε στην Ακρόπολη. Στην είσοδο τους προϋπάντησε η τουρκική φρουρά, περίπου 300 στρατιώτες, τα ρούχα των οποίων ήταν άθλια και τριμμένα, ενώ είχαν σκισμένα και σαραβαλιασμένα παπούτσια. Αντίθετα, πολύ καθαρά και γυαλιστερά ήταν τα όπλα τους, κάτι μεγάλα ισπανικά τουφέκια, πιστόλια, μαχαίρια και χαντζάρια.
Σιωπηλοί και σκυθρωποί, χωρίς να νοιάζονται για την τελετή που επρόκειτο να λάβει χώρα, οι Τούρκοι στρατιώτες παρήλασαν μπροστά από τους Βαυαρούς, οι οποίοι ανέβηκαν στο πάνω μέρος της Ακρόπολης, όπου τους περίμενε ο Οσμάν Εφέντης με δυο αξιωματικούς. Ο Τούρκος φρούραρχος παρέδωσε έγγραφο της τουρκικής κυβέρνησης στον Έλληνα επίτροπο, ο οποίος ανταπέδωσε επιδίδοντας ένα έγγραφο της ελληνικής κυβέρνησης. Η παράδοση της Ακρόπολης στο ελληνικό κράτος ολοκληρώθηκε και ο Νέζερ, ως υπολοχαγός του βαυαρικού βασιλικού επικουρικού στρατού έγινε "ο πρώτος χριστιανός φρούραρχος του κεκροπείου άστεως", όπως περιέγραψε στα απομνημονεύματα του.