Καταστασεις Νομισματων
Θα ξεκινήσω από τα πιό απλά, που είναι οι καταστάσεις των νομισμάτων
Ένα νόμισμα, ανάλογα την φθορά του ή μή, κρίνεται σε
G, VG, F, VF, XF, UNC , BU, P/L , Proof
Από G, έως και XF, αφορά νομίσματα κυκλοφορημένα, ενώ από UNC, έως Proof , νομίσματα ακυκλοφόρητα
Στούς διάφορους καταλόγους που κυκλοφορούν, θα δείτε συνήθως, να αναφέρονται από F έως UNC, και σε μερικές περιπτώσεις και BU, ενώ G ή VG, θα βρείτε μόνο σε πολύ παλιά νομίσματα
PROOF, αναφέρονται κυρίως σε νομίσματα αναμνηστικά, γιατί είναι ειδική μέθοδος κοπής αυτών των νομισμάτων, που η πρέσα πέφτει με πολλαπλάσιες δυνάμεις, πάνω στο νόμισμα, από ότι στα κανονικά νομίσματα κυκλοφορίας
UNC (Ακυκλοφορητο) είναι ένα τέλειο νόμισμα χωρίς κανένα ίχνος φθοράς, δικαιολογούνται μόνο μικρά σημαδάκια (συνήθως γραμμές) τα οποία δημιουργούνται την ώρα της κοπής όταν το νόμισμα πέφτει στο κιβώτιο περισυλλογής.
XF (Εξαιρετικό) ένα νόμισμα με πολύ ελαφρά φθορά (από κυκλοφορία) στα ανάγλυφα μέρη του. Κανένα κτύπημα στην περίμετρο του νομίσματος.
VF (Πολύ Ωραίο) ένα νόμισμα με εμφανή φθορά σε όλη την επιφάνεια, διατηρούνται οι λεπτομέρειες στα ανάγλυφα μέρη, κανένα σοβαρό κτύπημα στην περίμετρο.
F (Ωραίο) Χαρακτηρίζεται ένα νόμισμα με αρκετή φθορά σε όλη την επιφάνεια, οι λεπτομέρειες στα ανάγλυφα μέρη θα έχουν κάπως σβήσει, κανένα σοβαρό κτύπημα στην περίμετρο.
VG (Πολύ Καλό) Χαρακτηρίζεται ένα νόμισμα με αρκετή φθορά σε όλη την επιφάνεια, οι λεπτομέρειες στα ανάγλυφα μέρη διακρίνονται δύσκολα.
G (Καλό) ένα νόμισμα με γενική φθορά σε όλη την επιφάνεια, οι λεπτομέρειες στα ανάγλυφα μέρη δεν διακρίνονται, διατηρείτε μόνο το γενικό περίγραμμα του σχεδίου. Κτυπήματα στην περίμετρο.
ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΩΝ
ΑΝΑΓΛΥΦΟ
(Relief). Η απόσταση από το ψηλότερο σημείο της παραστάσεως του νομίσματος ως το πεδίο του. Τα αρχαία Ελληνικά νομίσματα χαρακτηρίζονται από το πολύ ψηλό ανάγλυφο τους, που ίσως αποτελεί και ένα βασικό στοιχείο της ομορφιάς τους. Στα νεώτερα νομίσματα μας αντίθετα, το ανάγλυφο είναι τόσο χαμηλό που δίνουν την εντύπωση σχεδίου και όχι χαρακτικής.
ΑΞΙΑ
Κάθε νόμισμα έχει τρεις διαφορετικές αξίες, ανάλογα με τη σκοπιά από την οποία το βλέπουμε:
1. Εσωτερική, είναι η αξία του μέταλλου του νομίσματος σε τρέχουσες τιμές. Τα χαρτονομίσματα, φυσικά, δεν έχουν καμιά εσωτερική αξία.
2. Ονομαστική, είναι η αξία που του έδωσε το Κράτος που το έκοψε, και συνήθως είναι γραμμένη επάνω στο νόμισμα.
3. Πραγματική, είναι η εμπορική του αξία σε μία δεδομένη χρονική στιγμή.
Σαν συλλέκτες, για παράδειγμα, πληρώνουμε μερικές χιλιάδες Δραχμές (πραγματική αξία σήμερα) για ένα Τάλιρο του Όθωνα, παρ όλο που το ασήμι του (εσωτερική αξία) αξίζει 200 δραχμές περίπου και επάνω του γράφει (ονομαστική αξία) 5 Δραχμές. Κατά κανόνα η ονομαστική και η πραγματική των κυκλοφορούντων νομισμάτων είναι μεγαλύτερες από την εσωτερική, αλλά σε ανώμαλες περιόδους (πόλεμοι, κατοχές, οικονομικές κρίσεις) η υποτίμηση μπορεί να κατεβάσει την ονομαστική κάτω από την εσωτερική, οπότε το νόμισμα αγοράζεται και πουλιέται ως μέταλλο, στην εσωτερική του αξία
ΑΝΑΜΝΗΣΤΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ
(Commemorative coin). Νόμισμα που κόβεται σε ανάμνηση κάποιου σημαντικού γεγονότος ή προσώπου, συνήθως σε κάποια επέτειο του. Η Ελλάδα δεν έχει αξιοποιήσει από αυτή την άποψη την μακραίωνη Ιστορία της, ενώ χώρες χωρίς Ιστορία, κόβουν Αναμνηστικά νομίσματα για τα πιο άσχετα και ασήμαντα θέματα
ΔΟΚΙΜΙΑ
(Patterns). Νομίσματα κομμένα, σε πολύ μικρό αριθμό για δείγματα ενός νέου νομίσματος. Συχνά κόβονται Δοκίμια σε μέταλλο διαφορετικό από αυτό που θα χρησιμοποιηθεί για τα κανονικά νομίσματα. Υποτίθεται ότι τα Νομισματοκοπεία πρέπει να καταστρέφουν τα διάφορα Δοκίμια αλλά είναι συνηθισμένο φαινόμενο η μυστηριώδης διάθεση τους στην αγορά
ΕΠΑΝΑΧΑΡΑΞΗ
(Re-engraving). To ξαναδούλεμα σημείου ή σημείων της παραστάσεως ή της επιγραφής, επάνω στις μήτρες, όχι για αλλαγή της χρονολογίας αλλά για βελτίωση. Οι διορθώσεις αυτές μερικές φορές διακρίνονται στα νομίσματα που βγαίνουν από τις ξαναδουλεμένες μήτρες.
ΜΑΡΚΑ
(Token ή Counter). Μέσο συναλλαγής υποκατάστατο του κανονικού νομίσματος, που όμως δεν εκδίδεται κατά κανόνα από Κράτος. Παλιότερα κόβονταν πολλές Μάρκες που κάλυπταν τις ανάγκες μιας επιχειρήσεως, μιας πόλεως ή μιας περιορισμένης περιοχής. Αλλά κόβονταν και Μάρκες που ανταλλάσσονταν με κάποιο είδος ή χρησίμευαν για εισιτήρια κάποιου θέματος ή απλώς διαφήμιζαν κάποιο κατάστημα ή είδος. Για Μάρκες που χρησιμοποιήθηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά την περίοδο 1880 & 1922, αναφέραμε τη λέξη ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
ΜΗ ΚΟΙΝΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΝΟΜΙΜΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
(Non-Circulating Legal Tender). Νομίσματα που δημιουργήθηκαν και διατέθηκαν αποκλειστικά και μόνο για συλλεκτικούς σκοπούς, από εξουσιοδοτημένους Αντιπροσώπους Νομίμων Κυβερνήσεων. Βασικά, πρόκειται για νομίσματα ή σειρές νομισμάτων Αναμνηστικής φύσεως, που κατά κανόνα διαθέτονται σε τιμές αρκετά ανώτερες από την ονομαστική τους αξία και δεν υπάρχουν αντίστοιχα τους από τα ίδια ή φθηνότερα μέταλλα, που να κυκλοφόρησαν κανονικά. Ένα νόμισμα ή μια σειρά νομισμάτων χαρακτηρίζεται ως N.C.L.T. όταν:
1. Η εσωτερική του αξία είναι μεγαλύτερη από την ονομαστική.
2. Αντίστοιχα κομμάτια κυκλοφορίας (όταν υπάρχουν) ή Proof κόπηκαν σε πολύ περιορισμένο αριθμό.
3. Όλα τα κομμάτια διατέθηκαν σε τιμές ανώτερες από τη νομισματική τους αξία.
4. Το μίγμα του μετάλλου τους είναι ακατάλληλο για χρήση στην κυκλοφορία.
5. Χρησιμοποίηση τους στην κυκλοφορία είναι δύσκολη λόγω εξαιρετικά μεγάλης ονομαστικής αξίας ή λόγω μεγάλου μεγέθους.
6. Αναγράφουν νομισματική μονάδα που δεν είναι σε γενική χρήση μέσα στη χώρα που τα έκοψε.
7. Απαγορεύεται η κυκλοφορία τους στο Κράτος που τα έκοψε.
8. Τα εμπορεύονται Αντιπρόσωποι που δεν έχουν Κυβερνητική ιδιότητα.
Η διάκριση μεταξύ των N.C.L.T. και των Ψευδονομισμάτων, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι δύσκολη. Μερικοί μάλιστα Νομισματολόγοι επιμένουν ότι όλα πρέπει να χαρακτηρίζονται ως Ψευδονομίσματα.
Στην κατηγορία των N.C.L.T. υπάγονται οι εξής Ελληνικές σειρές: Τα Αναμνηστικά της Παλινορθώσεως του 1935, η αποκαλούμενη «Ειδική έκδοση του Παύλου» του 1965 τα Αναμνηστικά της Δικτατορίας του Παπαδόπουλου, το Αναμνηστικό 100δραχμο του 1978 και η σειρά της Ε.Ο.Κ. του 1979.
ΟΔΟΝΤΩΣΗ
(Graining). Οι ραβδώσεις στη ράχη του νομίσματος. Καθιερώθηκαν, για να γίνεται αντιληπτό το λιμάρισμα για αφαίρεση πολύτιμου μετάλλου.
ΟΨΗ ΚΥΡΙΑ
(Observe). Η «Κορώνα», όπως ονομάζεται στην καθομιλούμενη γλώσσα. Η όψη που συνήθως φέρει σχέδιο κεφαλιού.
ΟΨΗ ΠΙΣΩ
(Reverse). Η «άλλη» πλευρά του νομίσματος. Τα «γράμματα».
ΠΑΤΙΝΑ
(Patina). Όταν ένα νόμισμα μένει θαμμένο για χρόνια, το χώμα επιδρά επάνω στο μέταλλο του δημιουργώντας μερικές φορές κόκκινη ή πράσινη σκουριά, ενώ άλλες φορές ολόκληρο το νόμισμα παίρνει ένα ομοιόμορφο ωραίο χρώμα, που ονομάζεται Πατίνα. Για διάφορους λόγους (κυρίως εξαιτίας της ποικίλης χημικής συστάσεως του εδάφους) εμφανίζονται και διαφορετικοί χρωματισμοί Πατίνας. Οι πιο ελκυστικές Πατίνες είναι αυτές σε πρασινωπή ή γαλάζια απόχρωση. Ειδικά στα χάλκινα νομίσματα, που συνήθως σκουριάζουν και διαβρώνονται από την υγρασία του εδάφους, μια στρωτή Πατίνα που τα καλύπτει ολόκληρα τους προσθέτει ομορφιά και αξία. Η πραγματική Πατίνα είναι πολύ σκληρή. Για τούτο πρόσφατες και ψεύτικες επικαλύψεις που απομιμούνται την Πατίνα, φεύγουν με ελαφρό ξύσιμο ή με κάποιο αραιό χημικό διάλυμα (π.χ. λεμόνι). Πολλοί συγχέουν την Πατίνα με τη σκουριά, ενώ άλλοι φοβούνται να καθαρίσουν ένα νόμισμα για να μη... φύγει η Πατίνα του. Με ζεστό νερό και σαπουνάδα φεύγουν όλες οι βρωμιές από ένα νόμισμα χωρίς να θιγεί καθόλου η Πατίνα του. Νόμισμα εξάλλου με λεκέδες ή κουκίδες σκουριάς, που χαλάνε την εμφάνιση του, έχει αρκετές πιθανότητες βελτιώσεως με χημικό καθάρισμα. Γι αυτή τη δουλειά απαιτείται αρκετή πείρα και αποφυγή οπωσδήποτε δυνατών οξέων. Για τα χάλκινα νομίσματα ο πιο ανώδυνος τρόπος ξεσκουριάσματος είναι λάδωμα και βούρτσισμα. Αν οι σκουριές δε φεύγουν, ένας καλός τρόπος είναι η εμβάπτιση του νομίσματος, τοποθετημένου ανάμεσα σε δύο φύλλα τσίγκου, σε διάλυση καυστικής σόδας και το κατά διαστήματα βούρτσισμα, ώσπου να φύγουν όλες οι σκουριές. Το μειονέκτημα αυτής της μεθόδου είναι ότι, μαζί με τη σκουριά, φεύγει και το χρώμα του νομίσματος.
Καλό είναι, πριν επιχειρήσει κανένας να καθαρίσει νομίσματα με οποιαδήποτε μέθοδο, να πειραματίζεται προηγούμενα με φθηνά άχρηστα κομμάτια. Ειδικοί που να καθαρίζουν νομίσματα δεν υπάρχουν ούτε στην Ελλάδα ούτε αλλού. Αυτοί που διαδίδουν τη θεωρία «μην πειράξετε το νόμισμα όσο βρώμικο και σκουριασμένο και αν είναι», συνήθως είναι οι έμποροι που περνούν τα βράδια τους καθαρίζοντας, διορθώνοντας και «ξαναχρωματίζοντας» τα νομίσματα, που θα παρουσιάσουν την άλλη ημέρα σαν σχεδόν άπιαστα κομμάτια.
ΠΕΔΙΟ
(Field). Η ακάλυπτη από σχέδια επιφάνεια του νομίσματος, μεταξύ της παραστάσεως και της κυκλικής επιγραφής, που σχηματίζει το βάθος (φόντο) του σχεδίου
PROOF
Αγγλικός όρος που δε μεταφράζεται στα Ελληνικά, επειδή η αντίστοιχη του λέξη είναι Δοκίμιο. Με τον όρο αυτό δεν περιγράφεται κατάσταση ενός νομίσματος όπως φαίνεται να νομίζουν μερικοί. Proof είναι νόμισμα που κόπηκε με εντελώς ειδικό τρόπο: (α) Οι Δίσκοι, που προορίζονται γι' αυτά, διαλέγονται προσεκτικά, ώστε η επιφάνεια τους να μην παρουσιάζει πόρους ή κυματισμούς. (β) Οι μήτρες που θα χρησιμοποιηθούν πρέπει να είναι καινούργιες και να έχουν περάσει ειδικό στίλβωμα. (γ) Η κοπή γίνεται σε θερμοκρασία και πίεση μεγαλύτερες από αυτές των συνηθισμένων νομισμάτων, (δ) Το χτύπημα δε γίνεται απότομα αλλά αργά έτσι, ώστε να μην «στρογγυλέψουν» οι γωνίες του νομίσματος. Το αποτέλεσμα αυτής της δουλειάς είναι εξαιρετικά ωραία νομίσματα, με καθαρές και βαθιές τις γραμμές των σχεδίων και Πεδίο λείο σαν καθρέφτη.
Τα τελευταία χρόνια γενικεύτηκε η κατασκευή Proof νομισμάτων στα οποία τα σχέδια είναι ματ (frost) και το πεδίο λείο και στιλπνό, ώστε με την αντίθεση αυτή τα σχέδια να δίνουν την εντύπωση ψηλού και ζωηρού ανάγλυφου. Απ' τα ελληνικά νομίσματα μόνο το Αναμνηστικό της Τραπέζης της Ελλάδος (1978) είναι κομμένο μ αυτή την τεχνική.
ΣΗΜΑΤΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΚΟΠΕΙΟΥ
(Mint Marks). Γράμμα ή γράμματα ή συμβολικές παραστάσεις που δηλώνουν το Νομισματοκοπείο, το Εργαστήριο ή το Χαράκτη που έφτιαξε το νόμισμα.