Γαινεώτατε ἀδελφέ
Τό ἀπό αγουρίον σαλκά πώς ἐμὲ ἀδελφικόν ἐγγραφόν σας ἔλαβον, ὡς ἔγνωκα καλῶς τά περιεχόμενα καὶ οὕτος ἡκολούθισα. Σήμερον φθάσαι ἐνταύθα ὁ ἀδελφὸς Δ. Κριεζώτης εἰς τὀν ὁποῖον ἔκαμα μέ πρέρισαι δεξίωσιν ὡς μοί ἔγραφες. Μετά δύο ἡμέρας ἀναχωρούμε μαζί διά Κόρινθον, καί ἀκολούθως εἰς τά αὐτόσε.
Με λύπαι με ἔτι ἔμαθον ὄτι προηγήθι λόγος μετα λαλιᾶς ἤ ἀπό τό μέρος της Γαινεότητός σας (τό ὁποῖον ποτέ δέν πιστεύω), ἢ άπό ἄλο μέρος ὅτι ἐγὼ τρέφω δυσάρεστα φρονήματα ἐναυτον της Γαινεότητός σας: καὶ τοῦ λοιπόν ὁποιανδίποτε ἀδελφῶν, αὕτη ἡ πρός ἐμε μετα λαλιᾶ ἐτήραξε μέ καρδίαν μου ὑπὲρ τὸ μέτρον. Ἐγὼ ἀδελφὲ, καὶ εἰ αμ... ἀδελφὲ, ἔτρεφον τρέφω καὶ μὲλ.ς νά τρέφω αἰσθήματα τό οντι ἀδελφικὰ ές ἔτοιμος πρόθυμος εἰς κάθε ἀναγκαία περίστασιν τῆς Γαινεότητός σας, τοῦτο ποτέ μή ἀμφιβάλης ὡς καὶ οἱ λοιποί ἀδελφοί, δέν ἀμφιβάλουν ὅτι καὶ ἡ Γαινεότη σας ἔχετε τήν ἰδία παιτ.... πρός ἐμέ ἀδελφικην ἐιλικρίνειαν. Ἀν δέν .αρύ.... μᾶς εἰδοποιῆται εἴται ... ἔχετε πρός εἰδοποίησάν μας. Καὶ μένο ἐκ τη ἀδελφικὴ ἀγάπη.
Τῇ 24 10βρίου 1832
Ἐν Ἐπιδάυρῳ
ὁ ἀδελφός
Γ: ΛῦκοςΟ Γιώργος Λύκος-Χελιώτης γεννήθηκε στο χωριό Χέλι (σημερινό Αραχναίο) στα σύνορα με τον σημερινό νομό Κορινθίας. Από νεαρός ανέπτυξε αξιοσημείωτη δράση ως κλέφτης και κάπος (Αρχηγός- Καπετάνιος) κατά την προεπαναστατική περίοδο. Το 1805, όταν έλαβε χώρα στην Πελοπόννησο ο μεγάλος διωγμός των κλεφτών, ο Λύκος ήταν μεταξύ εκείνων που διέφυγαν μετακινούμενος αρχικά στη νότια Πελοπόννησο, στη συνέχεια στο νησί των Κυθήρων και μετά από μία σύντομη παραμονή εκεί κατέληξε (μαζί με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, τον Νικήτα Σταματελόπουλο, το Γιαννάκη Δαγρέ, τον Παναγιώτη Κεφάλα κ.ά.) στα Επτάνησα (18 Μαρτίου 1805). Εκεί, υπηρέτησε ως στρατιωτικός, μισθοφόρος τη ρωσική διοίκηση και μετά την αποχώρηση των τελευταίων εντάχθηκε – μαζί με τον Θ. Κολοκοτρώνη- στο ελληνικό τάγμα που είχαν οργανώσει οι Άγγλοι.
Παραμονές της εκδήλωσης της Ελληνικής Επανάστασης επέστρεψε στην Πελοπόννησο και πρωταγωνίστησε στην έναρξη της επανάστασης στην Αργολίδα (24 Μαρτίου) όταν οι επαναστατικές αρχές κατέλαβαν την πόλη και ανάγκασαν τους μουσουλμάνους κατοίκους της να καταφύγουν στο Ναύπλιο. Στις 27 Μαρτίου συμμετείχε επικεφαλής σώματος 90 ενόπλων, συγγενών και συντοπιτών του, στην πολιορκία της Ακροκορίνθου μαζί με τα σώματα του Αναγνώστη και Νικόλαου Πετμεζά και άλλων ντόπιων καπετάνιων. Στις 23 Απριλίου, ωστόσο, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την περιοχή αδυνατώντας να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις του Μουσταφά Μπέη, κεχαγιάμπεη του μορα Βαλεσί Χουρσίτ Πασά ο οποίος κατέφθασε με ισχυρές δυνάμεις και διέλυσε την πολιορκία της Ακροκορίνθου.
Ο Χελιώτης, προτού εγκαταλείψει την Κόρινθο έκαψε -με εντολή του Γρηγορίου Παπαφλέσσα- την πολυτελή οικία του Κιαμήλ Μπέη και άλλων μουσουλμάνων της πόλης. Στο αμέσως επόμενο διάστημα δραστηριοποιήθηκε στην πολιορκία του Ναυπλίου και τέλη Μαΐου απέκρουσε με επιτυχία στον πύργο στο οικισμό Κατόγλι ισχυρή οθωμανική πεζική και ιππική δύναμη Οθωμανών με τρία κανόνια που είχαν εξέλθει από το Ναύπλιο για να συλλέξουν γεννήματα, και τους ανάγκασε να τα αφήσουν και να επανέλθουν στην πόλη. Στη συνέχεια συμμετείχε στις επιχειρήσεις για την άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821).
Τον Μάρτιο του επόμενου χρόνου (1822) εκστράτευσε με τον Νικηταρά Σταματελόπουλο και άλλους καπετάνιους στην ανατολική Στερεά για να συνδράμει τις ρουμελιώτικες δυνάμεις υπό τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στην προσπάθειά τους να ανακόψουν την πορεία του νέου μόρα βαλεσί Μαχμούτ Πασά Δράμαλη προς την Πελοπόννησο και βρισκόταν ήδη στην Υπάτη (Πατρατζίκι). Την 1Π Απριλίου πολέμησε με τον Νικηταρά στη νικηφόρα για τους επαναστάτες μάχη της Στυλίδας.
Επέστρεψε στην Πελοπόννησο και πολέμησε στις 22 και 23 Ιουλίου στην Αργολίδα με τις δυνάμεις του Δράμαλη, ενώ πέντε ημέρες αργότερα (28 Ιουλίου) συμμετείχε στη μεγάλη μάχη στο Αγιονόρι της Κορινθίας με τα σώματα του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, του Δημήτριου Υψηλάντη και του Νικηταρά Σταματελόπουλου όπου καταστραφηκε η στρατιά του Δράμαλη. Συνεχίζοντας την πολεμική δράση του ο Χελιώτης συγκρούστηκε στις 12 Αυγούστου στο Βασιλικό Κορινθίας (μαζί με τα σώματα του Γενναίου Κολοκοτρώνη, του Δημητράκη Πλαπούτα του Παναγιώτη Γιατράκου και των Πετμεζαίων), αναγκάζοντας τα υπολείμματα της στρατιάς του Δράμαλη που επιχειρούσαν να διαφύγουν προς τη Βοστίτσα να επιστρέψουν στην Κόρινθο. Τέλος στις 28 Νοεμβρίου 1822 πολέμησε στην Κουρτέσα Κορινθίας (μαζί με τα σώματα του Νικηταρά, του Δημήτρη Τσώκρη, του παπα-Αρσένη Κρέστα, του Χατζη- Χρηστου Βούλγαρη κ.ά) εναντίον των δυνάμεων του Ντελη Αχμέτ Μπέη. Στη νικηφόρα για τους Έλληνες μάχη σκοτώθηκε ο ιερωμένος-καπετάνιος Αρσένιος Κρέστας, στρατιωτικός αρχηγός της Αργολίδας.